Όπως υπάρχουν νόμοι που είναι αδιάφοροι ως προς την ηθική (πχ. το να οδηγούμε δεξιά), έτσι υπάρχουν και ηθικοί κανόνες που δεν μπορούν να γίνουν νόμοι (πχ η φιλευσπλαχνία). Αν, φερ’ ειπείν, η αρετή γινόταν νόμος θα ξέπεφτε σε κανονιστική διάταξη και θα καταντούσε τυραννία. Ηθική και Δίκαιο δεν ταυτίζονται. Δεν είναι ορθός ο ισχυρισμός ότι όποιος είναι νόμιμος είναι αναγκαστικά και ηθικός διότι οι νόμοι, γενικά, δεν εξαντλούν, δεν περιλαμβάνουν και δεν προκύπτουν από τις ηθικές επιταγές. Άλλωστε υπάρχουν νόμοι που είναι άδικοι και τους πολεμάμε ή ψηφίζουμε πολιτικούς διότι επαγγέλλονται την αλλαγή τους. Οι ηθικές επιταγές, από την άλλη, δεν μπορούν να κωδικοποιηθούν και έχουν υποκειμενικό χαρακτήρα, την στιγμή που το δίκαιο οφείλει να είναι αντικειμενικό και να έχει κριτήριο το γενικό συμφέρον. Η Ηθική δεν έχει ενιαίους κανόνες για όλους, αλλάζει με τον καιρό και διαφέρει από την μια κοινωνική ομάδα στην άλλη ή από τόπο σε τόπο. Η προηγούμενη γενιά για παράδειγμα, επεδίωκε την πολιτική ελευθερία, ενώ η παρούσα την ατομικήευημερία, επομένως η κάθε γενιά διαμορφώνει εκείνα τα ερωτήματα που προκύπτουν από την ηθική και τα ενδιαφέροντά της. Από την άλλη μεριά, μια νομοθετική πολιτική μπορεί να εγείρει αντιδιαμετρικές προσεγγίσεις στις διάφορες κοινωνικές ομάδες. Για παράδειγμα, η ελευθερία της πορνογραφίας μπορεί για τις φεμινίστριες να συνιστά καταπίεση, ενώ για έναν φιλελεύθερο να αποτελεί καταπίεση η κατάργησή της.
Τα σημερινά κράτη είναι κράτη δικαίου. Αυτό σημαίνει ότι, θεωρητικά, οι νόμοι εφαρμόζονται από όλους και ισχύουν για όλους. Δυστυχώς, όμως, μερικοί νόμοι δεν εφαρμόζονται. Στην πατρίδα μας για παράδειγμα, υπάρχουν 43.000 αυθαίρετα κτίσματα τα οποία κανείς δεν ρίχνει ενώ εκδόθηκε γι’ αυτά πρωτόκολλο τελεσίδικης κατεδάφισης. Το ίδιο συμβαίνει με την φοροδιαφυγή, που ενώ απαγορεύεται, είναι «εθνικό σπορ». Βλέπουμε, δηλαδή ότι στο πεδίο της πολιτικής, εκεί που ισχύει η μακιαβελική ρήση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», υπάρχει μια διαβάθμιση στην νομιμότητα, η οποία ξεκινά από το «απολύτως νόμιμο», πάει στο «νομιμοφανές», περνά από την γειτονιά του «ημι-νόμιμου» και περιλαμβάνει οριακά ακόμα και το «ανεκτά παράνομο», αφήνοντας πολλά περιθώρια για ερμηνείες και εγείροντας δικαιολογημένα ερωτηματικά για το αν τελικά ζούμε σε ένα κράτος δικαίου ή σε ένα κράτος «ανεκτού αδίκου».
Αν η έννοια της νομιμοφροσύνης είναι «λάστιχο», ανακύπτει το ερώτημα αν υπάρχει όριο στο τέντωμα της. Σαφώς υπάρχει μια ρητή παράμετρος που πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψη: η αισθητική. Χωρίς αυτήν όλα οδηγούνται σε αδιέξοδο. Μερικοί εντοπίζουν εδώ την διαφορά μεταξύ των εννοιών του «δικαιούμαι» και του «μπορώ». Όλοι δικαιούνται, πχ να φτιάξουν μια δική τους εταιρία offshore, αλλά πόσοι το μπορούν στην πραγματικότητα;
Άμποτε να αναποδογυρίσει στην πραγματικότητα ο Χέγκελ με μοχλό τον Ρουσσώ και υπομόχλιο τον Σπινόζα... και μάλιστα να "φταίμε" εμείς ή τα παιδιά μας γι' αυτό...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου