Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011

ΠΕΛΟΠΑΣ και ΙΠΠΟΔΑΜΕΙΑ


Ο ποταμός Λάδωνας[1] έκανε με την Γαία 20 κόρες και 2 γιούς. Ανάμεσα στις κόρες ήταν η Δάφνη[2], η Τιλφούσα[3] κι η όμορφη Μετώπη που γοήτευσε τον ποταμό Ασωπό[4] (ο οποίος ήταν ο δεύτερος βασιλιάς της πόλης των Πλαταιών, διάδοχος του ιδρυτή της, Κιθαιρώνα[5]) και έκαναν μια κόρη, την Άρπινα. Η Άρπινα, μαζί με το θεό Άρη γέννησε τον Οινόμαο, βασιλιά της Πίσας[6], που παντρεύθηκε την Στερόπη και έκαναν την Ιπποδάμεια.

Ο Τάνταλος, γιος του Δία, αδελφός της Νιόβης και του Βροτέα και βασιλιάς της Σίπυλου στη Φρυγία, με την Ωκεανίδα Διώνη, γέννησε τον Πέλοπα.

Ο Πέλοπας, μετά τον κατατεμαχισμό του από τον πατέρα του, επαναφέρθηκε στη ζωή από το Δία και, διωκόμενος από το βασιλιά της Τροίας, Ίλο, μετέβηκε στην Ήλιδα, όπου και ερωτεύτηκε την Ιπποδάμεια.

Η Ιπποδάμεια, κόρη του Οινόμαου, μαζί με τον Πέλοπα, γιο του Τάνταλου και της Ωκεανίδας Διώνης, και εγγονό του Δία, γέννησαν τον Ατρέα, το Θυέστη, τη Λυσιδίκη, τον Πιτθέα, την Νικίππη, ενώ εξώγαμος γιος του Πέλοπα ήταν και ο Χρύσιππος, και έτσι δημιουργήθηκε η δυναστεία των Ατρειδών.

Ο Ατρέας νυμφεύτηκε την Αερόπη και γέννησαν τον Αγαμέμνονα και το Μενέλαο, ενώ ο Θυέστης γέννησε, με την εξαπατημένη γυναίκα του αδελφού του, Αερόπη, τον Αγλαό, τον Καλαό, τον Ορχομενό, την Πελοπία, τον Πλεισθένη και τον Τάνταλο. Μαζί με την κόρη του, Πελοπία, γέννησε τον Αίγισθο.

Η Αερόπη ήταν κόρη του Κατρέα και της Φρονίας. Ο Κατρέας ήταν γιος του Μίνωα και της Πασιφάης, αδελφός του Ανδρόγεω, της Ακάλης, της Αριάδνης, του Γλαύκου, του Δευκαλίωνα και της Φαίδρας. Η μητέρα του ήταν κόρη του Ηλίου και της Περσηίδας, ενώ ο πατέρας του ήταν γιος του Δία και της Ευρώπης, αδελφός του Ραδάμανθυ.



[1] Ο Λάδωνας (ο αρκαδικός, γιατί υπάρχει κι ο ηλειακός) ήταν ποτάμιος Θεός, γιός του Έχιδνας και του Τυφώνα και πατέρας της νύμφης των δασών Δάφνης, της Μετώπης και της νύμφης των νερών και μάντισσας Τιλφούσας. Είχε μορφή δράκοντα και ονομαζόταν «χθόνιος όφις». Στις όχθες του διαδραματίσθηκαν πολλές περιπέτειες, όπως ο μύθος του γιου του βασιλιά Οινόμαου, του Λεύκιππου, που ντύθηκε γυναίκα, για να βρεθεί κοντά στη αγαπημένη του, την νύμφη Δάφνη (βλέπε παρακάτω την ιστορία της), αλλά το πλήρωσε με την ζωή του, λόγω ζηλοτυπίας του Απόλλωνα. Εκεί κυνηγούσε η θεά Άρτεμις και λουζόταν η θεά Δήμητρα. Στις όχθες του συνέλαβε το ελάφι της Αρτέμιδος ο Ηρακλής. Στα δάση που συνοδεύουν τον ρου του, έζησαν τον έρωτά τους η Αφροδίτη κι ο θεός του πολέμου Άρης. Εκεί κυνήγησε ο τραγοπόδαρος θεός Πάνας την νύμφη Σύριγγα, η οποία για να γλυτώσει μεταμορφώθηκε σε καλάμι, από το οποίο ο θεό έφτιαξε την φλογέρα του, την ξακουστή σύριγγα. Ο Λάδωνας ήταν επιφορτισμένος από την Ήρα με τη φύλαξη των χρυσών μήλων των Εσπερίδων στο δένδρο της ζωής, γιατί οι κόρες του Άτλαντα πήγαιναν κρυφά και τα έκλεβαν. Οι αρχαίοι φαντάζονταν το Λάδωνα με υπερφυσικές ικανότητες, με 100 κεφάλια (όπως μας λέει ο Αριστοφάνης) και την ικανότητα να παραμένει πάντα άυπνος. Λεγόταν ότι ήταν κι αθάνατος, όμως ο Ηρακλής, όταν πήγε να κλέψει τα μήλα, τον σκότωσε με μια ροπαλιά. Όταν την επόμενη μέρα πέρασαν από εκεί οι Αργοναύτες είδαν τον Λάδωνα να συστρέφεται, να χαροπαλεύει και τελικά να ξεψυχά (Αργοναυτικά, βιβλίο ΙV). Η πάλη του Λάδωνα με τον Ηρακλή εικονίζεται σε πολλές παραστάσεις αγγείων. Ο ρωμαίος Gaius Julius Hyginus στην Astronomica 1 ταυτίζει τον Λάδωνα με τον αστερισμό του Δράκου.

[2] Η Δάφνη ήταν κόρη του Λάδωνα και νύμφη των δασών που την αγάπησε, χωρίς ανταπόκριση, ο Απόλλωνας. Την κυνήγησε στις όχθες του Λάδωνα κι όταν κατάφερε να την πάρει στην αγκαλιά του, εκείνη με τη βοήθεια της μητέρας της, μεταμορφώθηκε σε θάμνο. Από αυτόν τον θάμνο ο απαρηγόρητος θεός έκοψε ένα κλαδί και διακόσμησε το κεφάλι του, ανάγοντάς το σε ιερό φυτό. Έκτοτε, το φυτό Δάφνη έχει γίνει σύμβολο νίκης και επιδοκιμασίας, αντισταθμίζοντας την ερωτική ήττα του Απόλλωνα με τις αθλητικές νίκες των Ολυμπιακών αγώνων. Στη ψυχανάλυση, ο μύθος της Δάφνης και του Απόλλωνα αποσυμβολίζεται ως παράδειγμα δημιουργικής ανακατεύθυνσης της libido.

[3] Η ιστορία της Τιλφούσας έχει ως εξής: Ο Απόλλωνας κάποτε εγκατέλειψε την θεϊκή ραστώνη του Ολύμπου κι έψαξε κατάλληλο τόπο για να κτίσει ένα μαντείο. Πέρασε από πολλά μέρη αλλά δεν βρήκε κάτι που να τον ικανοποιεί. Διαβαίνοντας στα μέρη της Θήβας, που τότε καλύπτονταν με παρθένα δάση, έφτασε στην Αλίαρτο και κατέληξε στα νερά της πηγής Τιλφούσας κάτω απ’ το ομώνυμο όρος (Τιλφούσιο). Εκεί, βρήκε τον τόπο που γύρευε. Το κελάρισμα της πηγής, το πυκνό δάσος και το βουνό από πάνω ήταν ό,τι επιθυμούσε. Μόλις άρχισε να χαράζει τα όριά του μαντείου, αναδύθηκε η νύμφη Τιλφούσα, που εξουσίαζε τα νερά της πηγής και δεν ήθελε να μοιραστεί τη θέση της με το θεό, οπότε τον απέτρεψε να στήσει εκεί το μαντείο, λέγοντάς ότι οι περαστικοί έρχονται να ποτίσουν τα άλογά και τα μουλάρια τους και τα ποδοβολητά κάνουν συνεχή θόρυβο. Για να τον ξεφορτωθεί μια και καλή, τον έστειλε, δολίως, στον Παρνασσό, στην πηγή Κασταλία, που γνώριζε ότι κρυβόταν ένα τεράστιο θανατηφόρο φίδι. Ο Απόλλωνας πείστηκε, πήγε εκεί κι έστησε τα θεμέλια του Μαντείου του. Όταν ήλθε το μεγάλο φίδι, κατάλαβε την παγίδα κι αφού το σκότωσε γύρισε στην πηγη της Τιλφούσας, έφραξε τη ροή της με μεγάλα βράχια και έκτισε δίπλα ένα βωμό.

[4] Ο Ασωπός ήταν γιός του Ποσειδώνα και της Πυρός.

[5] Σύμφωνα με την μυθολογία, ο Κιθαιρώνας είναι ιδρυτής της πόλης των Πλαταιών και έδωσε το όνομά του στο βουνό που ορθώνεται πίσω της. Υπάρχουν δύο μυθολογικές εκδοχές για τον Κιθαιρώνα. Η πρώτη τον θέλει ως ένα πολύ ωραίο νέο, που τον ερωτεύθηκε η ερινύα Τισιφόνη. Αυτός περιφρόνησε τον έρωτά της κι η ερινύα για να τον εκδικηθεί μεταμόρφωσε μια από τις τρίχες της σε φίδι, που τον τσίμπησε. Ο Κιθαιρώνας πεθαίνοντας στις πλαγιές του βουνού, που ονομαζόταν έως τότε Αστερίων, του έδωσε το όνομά του. Μια άλλη εκδοχή του μύθου λέει ότι ο Κιθαιρώνας και ο Ελικώνας ήταν αδέλφια. Ο Ελικώνας ήταν καλός κι αξιαγάπητος, ενώ ο Κιθαιρώνας βίαιος και απόμακρος. Σε έναν οικογενειακό καβγά ο Κιθαιρώνας σκότωσε τον αδελφό του αλλά λίγο αργότερα σκοτώθηκε κι ο ίδιος πέφτοντας από έναν γκρεμό. Σε ανάμνηση των δύο αδελφών οι κάτοικοι έδωσαν τα ονόματά τους στα δύο γειτονικά βοιωτικά βουνά. Το ένα βουνό που ήταν έδρα των Ερινύων, σε ανάμνηση του βίαιου αδελφού, το ονόμασαν Κιθαιρώνα και το διπλανό, που ήταν έδρα των Μουσών, σε ανάμνηση του καλού αδελφού το είπαν Ελικώνα.

[6] Αρχαία πόλη στην Ηλεία της Πελοποννήσου, κοντά στην Ολυμπία. Ιδρυτής της ήταν ο εγγονός του Αίολου, ο Πίσος. Η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους, οπότε ήταν και η πρωτεύουσα του κράτους της Πισάτιδας και διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στη διοργάνωση των Ολυμπιακών αγώνων. Αργότερα υποτάχτηκε στους Ηλείους. Οι Πισάτες δεν έπαψαν να ζητούν την ανεξαρτησία τους και παράλληλα την κυριότητα του ιερού της Ολυμπίας και δημιουργούσαν συνεχώς προβλήματα στους Ηλείους. Το 346 π.Χ. σε συμμαχία με τους Αρκάδες πέτυχαν την ανεξαρτησία τους και μάλιστα οργάνωσαν και τους Ολυμπιακούς αγώνες. Δεν μπόρεσαν όμως να αντέξουν στην επίθεση των Ηλείων, που έγινε κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας των αγώνων, και υποτάχτηκαν πάλι. Από τότε η Π. παρήκμασε και μάλιστα την εποχή του Παυσανία (2ος αι. μ.Χ.), δεν υπήρχαν στη θέση της άλλοτε ακμαίας πόλης παρά μόνο ερείπια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου